Ο ΔΙΟΛΚΟΣ ΣΤΟΝ ΙΣΘΜΟ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ
ΠΛΟΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ
Ἐν δὲ ἱστὸν ποίει καὶ ἐπίκριον ἄρμενον αὐτῷ
πρὸς δ’ ἄρα πηδάλιο ποιήσατο, ὂφρ’ ἰθύνοι.
Φράξε δὲ μιν ῥιπέσσι διαμπερὲς οἰσυΐνῃσιν
κύματος εἴλαρ ἔμεν πολλὴν δ’ ἐπεχεύατο ὕλην
(Ὀδύσσεια Ε΄, 254-257)
Κατάρτι τότε πελεκά κι αντένα της ταιριάζει, και το τιμόνι ετοίμασε να κυβερνά τη σκάφη, κι ολόγυρα την έφραξε με λυγαριάς κλωνάρια, για να μην μπαίνει η θάλασσα και φόρτωσε σαβούρα
Εικ.1: Πεντηκοντόρος με μια σειρά κωπηλατών καθ' ύψος. Πηγή: Σχέδια John Coates στο βιβλίο «The age of the Galley» Conway Maritime Press, London,
1995
Για την κατανόηση του τρόπου μεταφοράς των πλοίων πάνω στους ολκούς από τον έναν κόλπο στον άλλο μέσω του Διόλκου, είναι χρήσιμο να παραθέσουμε ορισμένα στοιχεία σχετικά με την κατασκευή και τα χαρακτηριστικά αυτών.
ΤΥΠΟΙ ΠΛΟΙΩΝ
1) Τριακόντοροι και πεντηκόντοροι (Εικ.1):
Διαστάσεις: μήκος L = 25,0 μ. περίπου, πλάτος W = 3 μ. Σχέση πλάτος προς μήκος, 1:8 κατά προσέγγιση.
Ταχύπλοα, καλοφτιαγμένα πλοία, με όμορφες γραμμές. Διέθεταν δυο σειρές από κουπιά.
Ήταν στενά στην πλώρη και στην πρύμνη. Δεν έφεραν σανιδώματα ενώ τα κουπιά διατάσσονταν σ’ ένα επίπεδο. Έφεραν ιστό, ο οποίος μπορούσε να ανυψώνεται και να καθαιρείται. Χρησιμοποιούνταν ως εμπορικά και ως πολεμικά πλοία.
Εικ.2: Τριήρης: Σχέδιο κατά John Coates. Πηγή: Βιβλίο «The age of the
Galley» Conway Maritime Press London, 1995.
Εξέλιξη των προηγούμενων πλοίων ήταν η διήρης. Έφερε δύο σειρές κουπιών σε κάθε πλευρά, η μια πάνω από την άλλη.
Διαστάσεις: μήκος L = 18,0 μ. περίπου, πλάτος W = 3 – 3,60 μ.
Εκτόπισμα 22 τόνοι, κουπιά 4 – 6 μέτρα μήκος, απόσταση από σκαλμό σε σκαλμό 0,92 μ.
Ύψος σκαλμού από τη θάλασσα, της κάτω σειράς, 0,65 μ. και της επάνω, 0,80 μ.
Έφερε διάδρομο στο μέσον, κατά τον μεγάλο άξονα του πλοίου, πλάτους d = 0,33 μ.
Υπήρχαν διήρεις 30οροι και 50οροι.
Μια πεντηκόντορος διήρης είχε πλήρωμα 60 άνδρες, ναυτικούς και κωπηλάτες.
Εικ.3: Εικόνα Τριήρους. Πηγή: Ναυτικό Μουσείο
Ελλάδος.
3) Τριήρης (Εικ.2):
Πολεμικό πλοίο που εμφανίστηκε γύρω στα τέλη του 7ου π.Χ. αι. Κυριάρχησε στις θάλασσες από τα τέλη του 6ου αι. π.Χ.
Υπήρξε κορινθιακό δημιούργημα. Ήταν ένα ελαφρύ, ταχύ κωπήλατο πλοίο. Είχε ενισχυμένη πλώρη, διέθετε ισχύ και ευκινησία. Είχε ασήμαντο βύθισμα και εύκολα μπορούσε να πλησιάζει οποιαδήποτε παραλία και να σύρεται εύκολα στην ακρογιαλιά. Η γάστρα ήταν πεπλατυσμένη και ο πυθμένας σχεδόν επίπεδος.
Διαστάσεις τριήρους: μήκος L = 35 – 40 μ., πλάτος W = 4 – 5 μ.
Λόγος πλάτους προς μήκος=1/8 - 1/10 Βύθισμα 1,20 – 1,40 μ.
Ύψος από την ίσαλο 2,0 μ. για την άφρακτη και 3,0 μ. για την κατάφρακτη.
Η τριήρης είχε ένα κύριο ιστό, τον μέγα και μερικές φορές ένα μικρότερο στην πλώρη, τον «ακάτειο» ή «ακάτιο».
Εικ.4: Υποθετική αναπαράσταση δρόμωνα, βασισμένη σε ιστορικές πηγές κατά
Frederick M. Hocker. Πηγή: Βιβλίο «The age of the Galley», σελίς 95 - Εκδόσεις Conway Maritime Press, London, 1995.
Στις άφρακτες το συνολικό ύψος του πλοίου, από την τρόπιδα, ήταν συνολικά 3,0 μ. (1,20 κάτω από το νερό και 1,80 πάνω από το νερό).
Στις κατάφρακτες του 4ου π.Χ. αιώνα, το συνολικό ύψος ήταν 4,0 : 4,5 μέτρα (1,20 – 1,50 κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας και 3,0 μέτρα πάνω απ’ αυτήν).
Έφερε σε κάθε πλευρά 81 κουπιά σε τρεις επάλληλες σειρές και επιπλέον από 4 στην πλευρά των θρανιτών, σύνολο 170 κωπηλάτες. Εκτός από τους 170 κωπηλάτες, υπηρετούσαν στο πλοίο 4 – 5 αξιωματικοί, άλλοι ναύτες ενώ δεχόταν και επιβάτες. Ο συνολικός αριθμός ατόμων που μπορούσε να φέρει ανερχόταν σε 200 όπως μας παραδίδει ο Ηρόδοτος (πρβλ., μεταξύ άλλων, βιβλίο Η΄, 17).
Από τον 5ο π.Χ. αιώνα χρησιμοποιούνταν για τα εμπορικά πλοία ο όρος ολκάς (Εικ.9). Η ονομασία ολκάς προέρχεται από το ρήμα έλκω = ρυμουλκώ και τούτο γιατί η ολκάς, η οποία ταξίδευε με ιστία, έπρεπε να ρυμουλκείται σε ώρα ανάγκης στον λιμένα. Αναλογία πλάτος προς μήκος:
- για τα εμπορικά πλοία 1 : 5,5 – 6,5
- για τα πολεμικά πλοία 1 : 8 – 10
Εικ.5: Γενικά Σχέδια και σύστημα κουπιών
Λιβυρνίδος κατά John Coates.
4) Λιβυρνίς:
Χαρακτηριστικό πλοίο της ρωμαϊκής εποχής. Αποτέλεσε τη βελτιωμένη εκδοχή του πλοίου που χρησιμοποιούσαν οι Λιβυρνοί πειρατές.
Τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του σκάφους, και όταν παγιώθηκε η μορφή του (1ος αι. μ.Χ.) ήταν:
μήκος L = 30 – 35 μέτρα, πλάτος 4 – 5 μέτρα, βύθισμα 1,30 – 1,50 μέτρα.
Έφερε έξαλο έμβολο, δυο ιστούς με τραπεζοειδή ιστία, πλήρωμα 120 άνδρες και ανέπτυσσε ταχύτητα 5 κόμβων. Στην αρχή είχε μία σειρά κουπιών, μετά δύο σειρές.
Υφίστατο σε δύο τύπους: η κατάφρακτη (Liburnas castratas) αποκλειστικά για χρήση σε ναυμαχίες εν καιρώ πολέμου και η άφρακτη (Liburnas apertas) για ελαφρότερες αποστολές όπως περιπολίες, ανιχνεύσεις και μεταφορά μηνυμάτων.
Εικ.6: Σχέδια τριήρους για την ανακατασκευή της «Ολυμπιάδος» από John
Coates. Πηγή: «The age of the Galley», εκδόσεις Conway, London, 1995.
5) Ημιολία:
Ελαφρύ σκάφος με δύο σειρές κουπιών, με τραπεζοειδές ιστό, απ’ όπου πήρε και το
όνομα. Αγαπητό σκάφος των πειρατών, με ιδιόμορφη διάταξη στους κωπηλάτες.
Εικ.7: Μορφές των πιο γνωστών πολεμικών σκαφών της Μεσογείου, όλες στην ίδια
κλίμακα, προς σύγκριση. Πηγή: John Coates.
6) Τριημιολία (Εικ.8):
Βελτιωμένος τύπος του προηγούμενου σκάφους.
Εικ.8: Γενικά Χαρακτηριστικά και σύστημα κωπηλασίας μιας τριμηολίας βασισμένα
στο ανάγλυφο της Λίνδου και στο μνημείο της Νίκης της Σαμοθράκης.
Στα χρόνια του Βυζαντίου συνεχίζεται η ρωμαϊκή παράδοση ναυπηγήσεως πλοίων. Οι κυριότεροι τύποι πλοίων ήταν:
7) Δρόμων (Εικ.4,10):
Επίγονος της τριήρους και της λιβυρνίδας και πρόγονος της γαλέρας. Δυνατό πλοίο, το οποίο κινούταν με ιστία και κωπηλάτες.
Χαρακτηριστικά: μήκος L = 36 – 55,0 μ., πλάτος W = 5 – 8,0 μ., βύθισμα 1,50 μ.
Το συνολικό του ύψος από την τρόπιδα στο πάνω κατάστρωμα έφτανε τα 5,0 μ.
Το εκτόπισμά του κυμαινόταν μεταξύ 100 – 200 τόνων. Υπήρχαν τρεις τύποι δρομώνων: οι μεγάλοι ή μείζονες, οι μέσοι και οι ελάσσονες. Το πλήρωμα έφθανε τους 200 άνδρες.
Εικ.9: Ολκάς (ομοίωμα). Φορτηγό ιστιοφόρο πλοίο, της εποχής του Μ.
Αλεξάνδρου (4ος αι. π.Χ.). Πηγή: Ναυτικό Μουσείο της Ελλάδος.
8) Χελάνδιο:
Συγγενικό πλοίο προς τον Δρόμωνα, με τον οποίο αργότερα ταυτίζεται.
Εικ.10: Βυζαντινός δρόμωνας 10ου μ.Χ. αιώνα. Πηγή: Βιβλίο «The age of the Galley», του John Morisson, Conway
Maritime Press, London, 1995.
Βιβλιογραφία: "Ο ΔΙΟΛΚΟΣ ΣΤΟΝ ΙΣΘΜΟ ΤΗΣ ΚΟΡΙΝΘΟΥ" Απόστολος Ε. Παπαφωτίου, Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π. Προλογίζει ο καθηγητής Ε.Μ.Π. Θεοδόσιος Π. Τάσιος.
Την ταινία “Δίολκος για 1500 χρόνια” μπορεί να την παρακολουθήσει κανείς στο: https://youtu.be/n--mWBKwBDI
Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου
Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.
Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.
Εικ.11: Απόσπασμα από την ταινία “Δίολκος για 1500 χρόνια”. |
THE DIOLKOS ON THE ISTHMUS OF CORINTH
SHIPS IN ANTIQUITY/ANCIENT TIMES
“…he made a mast with his axe and fitted a yard to it, and put in a steering oar to keep the ship on its course, and fenced the whole in with a watt led/wincher “weather – cloth” to keep out the seas breaking waves, loaded in ballast…” (Homer odyssey V 254-257)
Fig.1: Penteconter with one bank of oars. Source: Drawing by John Coates in «The Age of the
Galley», Vol. 2 of series. Conway Maritime Press, London, 1995.
TYPES OF SHIPS
1) Triaconters and penteconters (Fig.1):
Dimensions: length 25 m, beam (width) 3 m approximately. Beam – to – length ratio ca 1:8.
Fast, wall built ships, with pleasing lines. They had turo rows of oars.
These ships had narrow bows and sterns. They had no decks, since the oars were all ranged in a single bank of oars. They had one mast, which could be raised and lowered. They served both as cargo-carrying merchant ships and warships.
Fig.2: Trireme, after drawing by John Coates in «The Age of the Galley», Vol. 2 of series. Conway Maritime Press, London, 1995. |
2) Biremes (dieres):
The bireme was development from the previous type. It had rows of oars on each side in 2 banks, one above the other.
Dimensions: length ca 18.0 m, beam 3.0-3.6 m; B/L=5-6.
Capacity ca 22 tons; oar length 4-6 m; distance from thole to thole ca 0.92 m.
Height of thole above sea level: ca 0.65 m in lower and ca 0.80 m in upper bank.
Had a longitudinal decked passage d= ca. 0.33 m wide along greater axis of ship’s hull.
There were both 30 oar and 50 oared biremes.
A 50 oared bireme had a crew of about 60 men, including both sailors and oarsmen.
Fig.3: Model of trireme. Source: Naval Museum of Greece, Piraeus. |
3) Trireme (trieres) (Fig.2):
Warship, which first appeared toward end of 7th cent BC; predominated from end of 6th cent. BC.
The trireme was a Corinthian invention. It was a light, oared ship. It had a reinforced bow, and was both strong and easily moved. It had a very shallow draft, could easily approach closer to any shore, and could be readily hauled out on a beach. Its topsides were sheltered and its bottom almost flat.
Dimensions: L= ca35-40 m, beam B =4-5 m, draft D= 1:20 – 1-40 m; B/L = 1/8 – 1/10.
Height of topsides above sea land ca 2.0 m in un-decked and ca 3.0 m in decked triremes.
The trireme had one mainmast, usually a smaller foremast near the bow, the “foremast”, and often a small mast near the stern.
Fig.4: Conjectured representation of dromon, based on historical sources
after Fred. M. Hocker. Source: «The age of the Galley», p.95.
In the un-decked triremes the total height of the ship’s hull above the keel (H: K-D) was ca 3.0 m in all (ka 1.20 below and 1.8 m above the waterline.)
In the decked triremes of the 4th cent BC the total height, keel to deck, was 4.0 – 4.5 m (ca 1.2 – 1-5 below the waterline and ca 3.0 m above it).
The trireme had 81 oars on a side in three successive banks and 4 more on the level of the thranites, for a total of about 170 oarsmen. Besides the rowers, 4 or 5 officers saved in the ship, plus other sailors and armed men (marines). The total number of men it carried approached 200, according to Heroldotus (book VIII, 17 etc.)
From the 5th cent BC on, the cargo carrying olkas served as the most common merchant ship (Fig.9). The name olkas is derived from the verb elko (= “draw, pull”), because the olkas, which moved only under sail, had sometimes to be towed, when necessary out of and into harbor.
The characteristic ratios were:
B/L = 1:5.5 – 6.5 for merchant ships;
B/L = 1:8-10 for warships.
Fig.5: General lines drawings and system of oars of a Liburnian
(Liburnis), after John Coates.
4) Liburnian (liburnis):
A characteristic ship of Roman period. It was so named because it was used by the Luburnian pirates.
The main/basic characteristics of this ship, once its form became fixed in the 1st cent. AD, were:
L = 30-35 m beam B=4-5 m, draft D= 1.3 – 1.5 m, B/L = 7.
It was equipped with a bronze ram, two masts with square sails, a crew of 120 men, and could move at an average speed of ca 5 knots. Earlier Liburnians had one bank of oars, later ones 2 banks.
It developed in 2 various: the decked Liburnian (Liburnas castrata) used exclusively for ship battles in wartime, and the un-decked, unarmed or upon Liburnian (Liburnas aperta) for lighter faster use such as patrols, tracking, pursuit and message carrying.
Fig.6: Schematic drawings of trireme in preparation
for reconstruction of «Olympios», by John Coates. Source: «The Age of the
Galley», Vol. 2 of series.
5) Hemiolia:
A light ship with 2 banks of oars, with a trapezoidal sail, from which it took its name. It had a distinctive arrangement of oarsmen and was much favored by pirates.
Fig.7: Comparative table of silhouettes showing sizes and shapes of
known warships in Mediterranean, all to same
scale. Source: John Coates.
6) Trihemialia (Fig.8):
Developed version of the above type, with 3 banks of oars.
Fig.8: General characteristics and system of oars of trihemiolia, based
on relief carving at Lindos and Winged Victory of Samothrace monument in Louvre
Museum. Drawings by John Coates.
The Roman traditions of shipping and ship building continued in byzantine times. The main ship types then were:
7) Dromon (Fig.4,10):
A descendant of the trireme and Liburian, and ancestor of the galley. A powerful ship, moved by both sail and oars. Charastaristics: L= 36-55 m, B = 5-8 m, D = ca 1.5, B/L=7.20 -6.90.
The total hull depth, from upper deck to keel, was up to 5.0 m. The displacement varied in the gange of 100-2—tons. There were tree types or categories of dromous: large, medium and small. The crew could be up to 200 men.
Fig.9: Model of Ancient Greek cargo ship, with one mast and square sail,
of 4th century BC. Source: Naval Museum
of Greece, Piraeus.
8) Chelandium (Khelandion):
A ship related to the dromon, with which it later became identified.
Fig.10: Byzantine dromon of 10th century AD. Source: John Morisson, «The
Age of the Galley», Vol. 2 of series, 1995.
Bibliography: "THE DIOLKOS ON THE ISTHMUS OF CORINTH" by Apostolos E. Papafotiou, Civil Engineer N.T.U.A. (National Technical University of Athens). Foreword by Theodosius P. Tasios, Prof. at N.T.U.A. (National Technical University of Athens).
Animation film "Diolkos for 1500 years": https://youtu.be/3GtE0kfWDuU
Dr. Apostolos E. Papafotiou
Civil Engineer N.T.U.A.
Economist N.K.U.A.
Fig.11: Animation film "Diolkos for 1500 years". |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου