Πριν από 10 μήνες περίπου, δυο σπάνιοι Κούροι σε φυσικό μέγεθος, ευρήματα λαθροανασκαφής, βρέθηκαν στην Κλένια, του τέως Δήμου Τενέας του Νομού Κορινθίας.
Έφεραν ελάχιστα τραύματα στο πρόσωπο, στον κορμό και στα πόδια και χαράξεις από άροτρο, κατά την καλλιέργεια του αγρού που ήταν θαμμένα.
Οι δύο Κούροι ξέφυγαν από το ξεπούλημα τους στο εξωτερικό την τελευταία στιγμή, χάρις στις συντονισμένες προσπάθειες του Υπουργείου Πολιτισμού με το τμήμα Δίωξης Αρχαιοκαπηλίας και τη Διεύθυνση Ασφαλείας Αττικής. Και όπως ισχύει για όλα τα προϊόντα αρχαιοκαπηλίας, τα δύο αγάλματα μετεφέρθησαν και βρίσκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο.
Οι δύο Κούροι, μοναδικής ομορφιάς και ζωντανής φόρμας, από χονδρόκοκκο νησιώτικο μάρμαρο, αποκαλούνται δίδυμοι λόγω της ομοιότητας τους. Μικρή διαφορά παρατηρείται στο ύψος. Ο ένας είναι 1,82 μ. και ο άλλος 1,78 μ., ενώ διαφέρουν και στα μαλλιά ελάχιστα.
Δεν έχει γίνει γνωστή η ιστορία των δύο αυτών μοναδικών αγαλμάτων, της ελληνικής πλαστικής. Η εύρεση της βάσεως – εάν υπήρχε – ίσως δώσει απάντηση. Σε αυτή θα έχει χαραχθεί το όνομα του χορηγού, ο θεός στον οποίο ήταν αφιερωμένο, το εργαστήριο κατασκευής και ο δημιουργός – γλύπτης ὃς περικαλλή αγάλματα εξεποίησεν οὐκ αδαής.
Ισχυρές ενδείξεις υπάρχουν ότι αυτά μάλλον κοσμούσαν δύο όμοιους τάφους (σαρκοφάγους) σε μεγάλο νεκροταφείο, το οποίο έχει βρεθεί και έχει μερικώς ανασκαφεί σε περιοχή της Κλένιας. Δεν αποκλείεται όμως τα γλυπτά, ως μερικό σύνολο συντάγματος, να κοσμούσαν γειτονικό προς τους δύο τάφους, τύμβο.
Οι Κούροι χρονολογούνται, κυρίως από μορφική ανάλυση και στιλιστικά χαρακτηριστικά, περίπου 550 – 520 π.Χ., στην ώριμη φάση της αρχαϊκής εποχής. Ο περίφημος Κούρος της Τενέας, γειτονικής περιοχής με τους ευρεθέντες, είναι της ίδιας εποχής.
Ο άνω Κούρος βρέθηκε το 1846 και εκτίθεται από του έτους 1854 στην Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Οι δίδυμοι Κούροι πρέπει να συσχετισθούν και με τον Κούρο της Τενέας και με τους δύο αρχαϊκούς Κούρους «Κλέοβη και Βίτωνα». Αγάλματα τα οποία αφιέρωσαν οι Αργείοι στο Ιερό του Απόλλωνος στους Δελφούς.
Να σημειωθεί ότι η Τενέα βρίσκεται στο δρόμο που συνέδεε το Άργος με την Κόρινθο. Ο δρόμος αυτός αναφέρεται από τον Παυσανία με το όνομα “Κοντοπορία”. Από την Κόρινθο μέσω θαλάσσης μεταφερόντουσαν δομικά υλικά στους Δελφούς για την κατασκευή των Ιερών.
Είναι λοιπόν τα δύο αυτά μοναδικά αγάλματα όχι μόνο έργα τέχνης, αλλά εκφράσεις, αποτυπώσεις των δυνατοτήτων της Κορινθίας και των ανθρώπων της. Συγχρόνως είναι έργα – καθρέφτης του Κορινθιακού Πολιτισμού, με θρησκευτικό και πνευματικό περιεχόμενο το οποίο χρήζει περαιτέρω μελέτης.
Ανήκουν λοιπόν στην Κορινθία και από εδώ πρέπει να εκπορεύεται και να εκπέμπεται η ομορφιά τους. Εδώ είναι ο γενέθλιος τόπος και αυτός πρέπει να είναι ο καταληκτικός τόπος.
Βέβαια το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο, ασκεί γενικότερη Πολιτιστική Πολιτική, εκφράζει ολόκληρη τη χώρα και σε αυτό εκτίθενται οι θησαυροί της. Δεν πρέπει όμως να διέπεται από κατακτητική και αφομοιωτική αντίληψη προς έργα τέχνης άλλων ελληνικών περιοχών. Εξάλλου διαθέτει πλήθος σπουδαίων γλυπτών.
Επιβάλλεται λοιπόν η επιστροφή των γλυπτών στον τόπο που ανήκουν. Με εντελώς επιστημονικό τρόπο – ως πληροφορούμαι – έχει ετοιμασθεί χώρος στο Μουσείο της Αρχαίας Κορίνθου για να τους δεχθεί, σε άριστες συνθήκες διατήρησης και έκθεσης. Και τούτο χάρις στις συνεχείς προσπάθειες του Εφόρου κ. Κίσσα και της ΛΖ΄ Εφορείας Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων.
Μένει λοιπόν, ως “Νόστιμον Ήμαρ”, η επιστροφή των γλυπτών στην γενέθλια γη. Κάτι τέτοιο θα αναβαθμίσει το ωραίο σημερινό Μουσείο της Αρχαίας Κορίνθου και θα αυξήσει την επισκεψιμότητα του. Θα είναι δε η απαρχή ενός γενικότερου στόχου και ονείρου όλης της κοινωνίας της Κορινθίας για την κατασκευή Νέου Σύγχρονου Μουσείου στην Αρχαία Κόρινθο.
Απόστολος Ε. Παπαφωτίου
Αντιπεριφερειάρχης Πελοποννήσου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου